Δευτέρα 2 Αυγούστου 2010

Chapter 11

Έμεινε εκεί αποσβολωμένος να κοιτάζει τους σωρούς από τα σκουπίδια και τις κρεατόμυγες που πεταρίζανε ανάμεσα στις ακαθαρσίες. Στεκόταν ακίνητος, αγνοώντας τη δυσωδία, χωρίς να σκέφτεται τίποτα απολύτως. Η γεύση του λάιμ από το ποτό που έπινε ήτανε ακόμα νωπή στο στόμα του. Στο βάθος ακουγόντουσαν οι θόρυβοι της πόλης η οποία βρισκόταν στις ώρες αιχμής της.

Ο Τζόναθαν έβγαλε το κινητό του για να κοιτάξει την ώρα. 13:14! Του σηκώθηκε η τρίχα! "Τι σκατά έγινε;" ψιθύρισε.. "Μήπως είμαι υποψήφιος για να γίνω μέλος του διαόλου;" Ξανακοίταξε την ώρα για να σιγουρευτεί ότι την είδε σωστά. Δίπλα από την ώρα υπήρχε το σχέδιο από το φακελάκι του sms. Είχε μήνυμα από τον Ιορδάνη:

"Αυτή τη φορά το παράκανες Τζόναθαν! Μου ζήτησες και αύξηση! Ένα αρχίδι θα πάρεις!"

Μετά από μισό λεπτό διχασμού αποφάσισε να τον πάρει τηλέφωνο. Χτύπησε μία φορά και αμέσως ακούστηκε η τραχιά φωνή του Ιορδάνη να του ουρλιάζει:

- "ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ ΡΕ ΧΑΜΕΝΟ ΚΟΡΜΙ; ΚΟΝΤΕΥΕΙ ΔΥΟ Η ΩΡΑ! ΠΟΥ ΣΤΟ ΚΟΡΑΚΑ ΕΙΣΑΙ;;;"

- "Θα σου εξηγήσω από κοντά Ιορδάνη." είπε ο Τζόναθαν κοφτά. "Έρχομαι από εκεί."

-"ΤΣΑΚΙΣΟΥ!" βρυχήθηκε ο Ιορδάνης και έκλεισε το τηλέφωνο.

"Λεπτός όπως πάντα" σκέφτηκε ο Τζόναθαν και ξεκίνησε να βρει το δρόμο για το μαγαζί. Δεν είχε ιδέα που σκατά βρισκότανε και πως πήγε εκεί περπατώντας. Μόλις πέρασε από μπροστά του ένα ταξί, το σταμάτησε και χώθηκε μέσα.

Έφτασε στο μαγαζί η ώρα 14:35. "Μα που στο διάολο ήμουνα;" ξανασκέφτηκε ο Τζόναθαν. Άνοιξε την τζαμένια πόρτα και μπήκε μέσα. Η ψύχρα από το απαρχαιωμένο κλιματιστικό του μαγαζιού τον χτύπησε στο σβέρκο. Στα δεξιά υπήρχε ένας πάγκος με βιτρίνα που είχε ρέπλικες από κατάνες και αστεράκια νίντζα. Στα αριστερά κρεμόντουσαν μεσαιωνικά σπαθιά και ασπίδες! Το μαγαζί είχε αντίγραφα από όλα τα όπλα της εποχής εκείνης. Ευθεία ήτανε ο πάγκος με το ταμείο. Στο τοίχο πάνω από τον πάγκο κρεμότανε ένα περίεργο εργαλείο που έμοιαζε με καρυοθραύστη. Ο Ιορδάνης ισχυριζότανε ότι αυτό το εργαλείο είναι "αυθεντικός αρχιδοκόφτης αλογόνου" και ότι με αυτό κάποτε σκότωσε ένα βρικόλακα! Κάθε φορά που κάποιος πελάτης ρώταγε τι είναι αυτό το πράγμα, ο Ιορδάνης ξεκίναγε να λέει την ίδια ιστορία για το πώς τον κυνηγούσε ο βρικόλακας για να τον ρουφήξει μέχρι τέρμα και για το πώς κατάφερε να τον ξεγελάσει με τη βοήθεια ενός τσιγγάνου κυνηγού βρικολάκων και διάφορες άλλες αρλούμπες! Την ιστορία αυτή την είχε ακούσει ο Τζόναθαν πάνω από εξακόσιες φορές! Πολύ σάχλας αυτός ο Ιορδάνης…

-"Ιορδάνη;" είπε διστακτικά ο Τζόναθαν!

Αμέσως ξεπρόβαλλε από τον πάγκο το μισό κορμί του Ιορδάνη κρατώντας ένα morning star στο δεξί χέρι.

- "Ξέρεις τι είναι αυτό;" ρώτησε ο Ιορδάνης το Τζόναθαν με ύφος που θύμιζε κομπλεξικό καθηγητή φυσικής.

- "Εεε.. αυτό είναι ένα.. ρόπαλο!!" είπε ο Τζόναθαν. "Ένα ρόπαλο - αχινός!"

- "ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ MORNING STAR ΗΛΙΘΙΕ ΚΡΕΤΙΝΕ! ΕΙΝΑΙ ΤΟ MORNING STAR ΠΟΥ ΠΕΡΙΜΕΝΑΜΕ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟ ΠΡΩΙ! ΣΟΥ ΕΙΠΑ ΧΘΕΣ ΟΤΙ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ ΜΙΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑ ΣΤΙΣ ΕΝΤΕΚΑ Η ΩΡΑ ΚΑΙ ΟΤΙ ΕΓΩ ΔΕ ΘΑ ΜΠΟΡΩ ΝΑ…......"

Ο Ιορδάνης συνέχιζε να σκούζει αρκετή ώρα για αυτό το morning star αλλά ο Τζόναθαν δε πρόσεχε τι έλεγε! "Morning star και morning κριθάρ" σκεφτότανε.. "Μα ποιος ηλίθιος αγοράζει αυτές τις βλακείες;;" Σε κάποια φάση η προσοχή του τραβήχτηκε πάλι στα λεγόμενα του Ιορδάνη όταν κατάλαβε από τον ερωτηματικό τόνο του γκαρίσματός του ότι κάτι πρέπει να απαντήσει:

-"Ορίστε;;" είπε ο Τζόναθαν.

-"ΠΕΣ ΜΟΥ ΠΟΥ ΣΚΑΤΑ ΗΣΟΥΝΑ;!!" τσίριξε πάλι το αφεντικό του!

Έριξε το βλέμμα κάτω. Προσπάθησε να σκεφτεί αν πρέπει να του πει για όλα αυτά που συνέβησαν ή που νόμιζε ότι συνέβησαν. Άρχισε να ιδρώνει παρόλο τον παγετώνα που ξερνούσε το κλιματιστικό. Έπιασε το κεφάλι του για να το ξύσει και αμέσως ένιωσε έναν οξύ πόνο! Μα βέβαια!!! Είχε σκοντάψει το πρωί στο λάστιχο του πλυντηρίου και είχε χτυπήσει την κεφάλα του!! Πήρε μια βαθιά ανάσα και άρχισε να του εξηγεί:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου